Παιδί 8 ετών, κάπου στις αρχές Δεκεμβρίου του 1984, κοντά στο πατρικό μου σπίτι άνοιξε ενα μαγαζί με ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Θυμάμαι πως με θαυμασμό πήγαινα κάθε μέρα έξω απο τη βιτρίνα και κοιτούσα την οθόνη ενός Amstrad 464 να δημιουργεί εναλλαγές με χρωματιστές γραμμές στην οθόνη, κάνοντας χρήση ενός απλού μαθηματικού τύπου.
Μερικές ημέρες μετά, ο πατέρας μου ρώτησε τι δώρο ήθελα για τις γιορτές. Τον πήρα απο το χέρι, πήγαμε στη βιτρίνα του καταστήματος και του δείχνω τον υπολογιστή. “Αυτό θέλω!”. Ο πατέρας μου αρχικά προσπάθησε να με πείσει οτι ενα ποδήλατο ή κάποιο άλλο παιχνίδι θα είχε μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Επέμενα στην επιλογή μου και έτσι παραμονή χριστουγέννων ένας πανέμορφος Amstrad 464 με κασέτα και πράσινη οθόνη ήταν στο σπίτι μας.
Άνοιξα τον υπολογιστή με μεγάλη χαρά, τον τοποθέτησα στο τραπέζι του σαλονιού μας και στη συνέχεια άρχισα να ξεφυλίζω το αγγλικό manual με τις εντολές και τις οδηγίες χρήσης. Φυσικά δεν γνώριζα αγγλικά, ούτε είχα την παραμικρή ιδέα για γλώσσες προγραμματισμού.
Μερικές ημέρες μετά, μεταξύ χριστουγέννων και πρωτοχρονιάς, έβαλα τα καλά μου και πήγα στο κατάστημα που αγοράσαμε τον υπολογιστή με μια κασέτα στο χέρι. Ζήτησα ευγενικά απο τον υπάλληλο του καταστήματος να βάλει την κασέτα στον υπολογιστή της βιτρίνας να παίξει. Δεν μου χάλασε το χατίρι και έτσι μετά απο λίγο η βιτρίνα έδειχνε ενα χριστουγεννιάτικο δεντράκι με λαμπιόνια να αλλάζουν χρώματα στην οθόνη. Ήταν το πρώτο μου πρόγραμμα για ηλεκτρονικούς υπολογιστές.
Απο εκείνη την ημέρα και μέχρι να τελειώσουν οι γιορτές, στηνόμουν με τις ώρες έξω απο τη βιτρίνα και θαύμαζα το “δημιούργημα” μου που έτρεχε πάνω σε εναν Amstrad CPC 6128 του καταστήματος.
Η ενασχόληση μου με τους υπολογιστές έγινε καθημερινή, σε σημείο μάλιστα τα μαθήματα του σχολείου να μου φαίνονται βαρετά. Τα ξεπετούσα για να μπορέσω να περάσω περισσότερες ώρες στον υπολογιστή. Σιγά σιγά άρχισα να γνωρίζω άλλα παιδιά της ηλικίας μου που είχαν αποκτήσει και αυτά υπολογιστή.
Άλλα παιδιά είχαν καβγάδες για Ολυμπιακό-Παναθηναικό, εγώ θυμάμαι τους ομηρικούς “καβγάδες” μεταξύ Amstrad-άδων και Commodore-άδων.
Με αυτά τα παιδιά παραμένουμε φίλοι εώς σήμερα. Οι περισσότεροι έχουμε ακολουθήσει καριέρα στηριγμένη πάνω στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές.
Όπως είπε και ο Κομφούκιος “Αν κάνεις τη δουλειά που αγαπάς, δε θα χρειαστεί να εργαστείς ούτε μια μέρα στη ζωή σου”. Έτσι και εγώ, αν και έχω κάνει το πληκτρολόγιο προέκταση του χεριού μου απο τα 8 μου χρόνια, δεν το θεώρησα ποτέ μου δουλειά.
Δεν έχω μείνει άνεργος ούτε μια ημέρα στη μέχρι τώρα ζωή μου, παράλληλα θεωρώ πως δεν έχω δουλέψει ουτε μια ημέρα. Έχω καταφέρει να κάνω το χόμπι μου επάγγελμα, κάνοντας καθημερινά κάτι που αγαπάω.
Στην πρώτη γυμνασίου, έκανα την πρώτη μου “εταιρία” με όνομα Laser Soft, παρέα με τον διπλανό μου στο θρανίο. Είχαμε στήσει μπίζνα που πουλούσαμε αντεγραμμένες κασέτες και δισκέτες με παιχνίδια για τον Amstrad.
Η “δουλειά” πήγαινε καλά, πολύ καλά για την ακρίβεια. Θυμάμαι πουλούσαμε το παιχνίδι 500 με 1000 δραχμές και η εβδομάδα δεν έκλεινε κάτω απο 5.000-10.000 δραχμές. Πολλά λεφτά για παιδιά 12-13 ετων αν σκεφτεί κανείς οτι μιλάμε για το 1989. Σε αυτό το στάδιο, έκανα επένδυση σε εναν Amstrad CPC 6128, κάνοντας αντικατάσταση του CPC 664 (464 με δισκέτα) που είχα μέχρι τότε!
Η πελατεία μεγάλωνε καθημερινά και κάτω απο τα θρανία γυρνούσαν σε φωτοτυπία οι πολυσέλιδοι καταλόγοι μας με λίστες παιχνιδιών.
Στο διάλειμμα είμασταν κάτι σαν τους εμπόρους ναρκωτικών. Μας πλησίαζαν άλλα παιδιά και ρωτούσαν αν είχαμε το τάδε παιχνίδι. Είχαμε η μπορούσαμε να βρούμε τα πάντα!. Την επόμενη μέρα στο διάλειμμα κάναμε συνωμοτικά την γρήγορη ανταλλαγή των χρημάτων με το “προϊόν” σε δισκέτα.
“Το να κάνεις δουλειά χωρίς να τη διαφημίζεις είναι σαν να κλείνεις το μάτι σε μια κοπέλα στο σκοτάδι” είπε ο Χόου. Έτσι ένα καλό πρωί, πήγα σε ενα τυπογραφείο της πόλης και λέω “Γειά σας, θέλω να μου τυπώσετε επαγγελματικές κάρτες!”. Ο ιδιοκτήτης με κοίταξε με σοβαρό ύφος και μου λέει “Μάλιστα! Τι θες να γράφει επάνω;”. Του έδωσα ενα χαρτάκι με τα στοιχεία που ήθελα. Κοίταξε το χαρτί, κοίταξε εμένα και μου λέει “Έλα σε δύο ημέρες να τις παραλάβεις”.
Δύο ημέρες μετά πήγα, παρέλαβα τις κάρτες, ρώτησα πόσο κάνουν. Πήρε σοβαρό ύφος και μου λέει “Θα σου τις κάνω δώρο, γιατί πιστεύω οτι έχεις να δώσεις πολλά όταν μεγαλώσεις”. Με χαιρέτησε και έφυγα.
Στην πρώτη λυκείου έγραψα το πρώτο μου σοβαρό πρόγραμμα. Διαχείριση για rent a car και rent a moto. Δεν υπήρχε κάτι αντίστοιχο τότε στην αγορά και η Ρόδος είχε πάνω απο 150-200 επιχειρήσεις αυτού του τύπου. Η τιμή πώλησης καθορίστηκε στις 100.000 δραχμές και σε λιγότερο απο χρόνο, κατάφερα και έκανα πάνω απο 120 εγκαταστάσεις.
Η εφαρμογή διαδόθηκε απο στόμα σε στόμα και έτσι βρέθηκα σε ηλικία 15 ετών με περίπου 14-15 εκατομμύρια δραχμές στη τσέπη.
Ο πατέρας μου ήταν εργολάβος οικοδομών. Θυμάμαι έφευγε στις 7 το πρωί για την οικοδομή και γυρνούσε στις 5 το απόγευμα, μέσα στο τσιμέντο και τον ασβέστη. Πέθανε πριν μερικά χρόνια. Δεν κατάφερε ποτέ να καταλάβει τι επάγγελμα κάνω. “Ασχολείται με κομπγιούτερ” έλεγε όταν τον ρωτούσαν τι δουλειά κάνω.
Ξαφνικά έβγαζα περισσότερα απο αυτόν. Πανικός στο σπίτι! Που βρήκε το παιδί τόσα χρήματα, τι κάνει με αυτά και πολλά άλλα ήταν το θέμα συζήτησης με τη μητέρα μου για μεγάλο χρονικό διάστημα.
“Έμπλεξε το παιδί!” πώς να δεχτούν οτι ενα παιδί έβγαζε τόσα πολλά χρήματα απο αυτό το “μαραφέτι”…
Ένα πρωί αποφάσισαν πως αυτά τα χρήματα ήταν πολλά για να τα διαχειρίζεται ενα παιδί της ηλικίας μου. Παράλληλα δεν υπήρχε τρόπος να μου τα πάρουν ετσι απλά. Κάθε εβδομάδα λοιπόν ο πατέρας μου ζητούσε χρήματα για να καλύψει δήθεν επαγγελματικές του υποχρεώσεις.
Τα χρήματα γύριζαν πίσω σε εμένα σταδιακά και ελεγχόμενα. Για να λύσω πιθανές απορίες, όχι δεν με “δάγκωσαν” οι γονείς μου. Τα γύρισαν πίσω σε εμένα στο ακέραιο.
Σε αυτή την ηλικία, επένδυσα στο πρώτο μου PC, ελληνικής κατασκευής με την ονομασία “IKAROS”. Θυμάμαι ακόμα την χαρακτηριστική μονόχρωμη μπλέ οθόνη του και το modem που μπορούσε να μεταφέρει 1200 χαρακτήρες το δευτερόλεπτο!
Κάπου στη δευτέρα λυκείου, έφτασε στα αυτία μου η πληροφορία οτι ο ΟΤΕ ήθελε να βγάλει στην αγορά ενα CD με πληροφορίες τηλεφωνικού καταλόγου. Έβαλα και πάλι τα καλά μου και πήγα στο τοπικό κατάστημα του ΟΤΕ στη Ρόδο. Ζήτησα τον διευθυντή, του συστήθηκα και του είπα τι έμαθα. Ρώτησα αν θα μπορούσα να έχω και εγώ τη βάση δεδομένων με τους συνδρομητές του ΟΤΕ, ωστε να δημιουργήσω ενα δικό μου πρόγραμμα αναζήτησης. Με κοίταξε, χαμογέλασε και μου είπε “Έλα σε μερικές ημέρες ξανά, κάτι θα κάνουμε..”.
Μερικές ημέρες μετά, να σου και πάλι ο καλός σου στον ΟΤΕ. Έφυγα με ενα CD στο χέρι. Ήταν όλοι οι συνδρομητές του ΟΤΕ της Δωδεκανήσου σε ηλεκτρονική λίστα. Επώνυμο, όνομα, διεύθυνση, τηλέφωνο και επάγγελμα για τις επιχειρήσεις. Η μόνη μου υποχρέωση ήταν να πάρω το αποτέλεσμα της δουλειάς μου για αξιολόγηση πίσω στον ΟΤΕ. Το “προϊόν” που δημιούργησα ήταν το Infotel.
Παράλληλα με εμένα, ο ΟΤΕ σε κεντρικό επίπεδο δημιουργούσε ενα CD με τους συνδρομητές όλης της Ελλάδας. “Eat my dust” που λένε. Η αναζήτηση ενός απλού ονόματος ήθελε μερικά λεπτά για να δώσει απάντηση, ενώ το δικό μου έκανε αναζήτηση σε μερικά δευτερόλεπτα. Αν και προσπάθησαν απο το τοπικό κατάστημα να προωθήσουν στα κεντρικά το προϊόν μου, πέσαμε σε τοίχο.
Δεν το έβαλα κάτω! Ζήτησα άδεια απο το κατάστημα του ΟΤΕ να κάνω χρήση του προϊόντος μου σε τοπικό επίπεδο και την πήρα. Τι θα μπορούσε να κάνει άλλωστε επιχειρηματικά ενα παιδί σε αυτή την ηλικία, φαντάζομαι πως είπαν.
Το infotel πουλήθηκε προς 10.000 δραχμές το CD, σε εκατοντάδες άτομα και επιχειρήσεις πάνω στο νησί. Χρησιμοποιήθηκε απο courrier, εμπορικές επιχειρήσεις, ξενοδοχεία, τηλεφωνικά κέντρα. Για ένα διάστημα το χρησιμοποίησε και η αστυνομική διεύθυνση του νησιού για γρήγορη αναζήτηση τηλεφώνων.
Best seller στο νησί! Tο project έκοβε χρήμα, αλλα μπορούσε να πάει παρακάτω! “Γιατί να μην τυπώνει και ετικέτες” σκέφτηκα ενα απόγευμα που περνούσα έξω απο ενα γραφείο υποψηφίου πολιτικού σε περίοδο εκλογών.
Μπήκα στο γραφείο, ζήτησα τον υπεύθυνο, του είπα τη δυνατότητα που είχε το πρόγραμμα μου. Η συμφωνία έκλεισε και έτσι δώσαμε τα χέρια! 15.000 φακέλοι με ονόματα τυπωμένα σε μια εβδομάδα για 500.000 δραχμές!
Οι εκτυπωτές της εποχής είχαν τη δυνατότητα να τυπώνουν 20 με 90 χαρακτήρες το δευτερόλεπτο και φυσικά κόστιζαν αρκετά. Τα χρήματα έφτασαν για την αγορά 2 εκτυπωτών ακίδας.
Στο σπίτι για μια εβδομάδα άκουγες τον ενοχλητικό θόρυβο της εκτύπωσης. Ο θόρυβος σταματούσε μόνο το βράδυ. Μια εβδομάδα μετά, παρέδωσα σε κούτα τους πρώτους 15.000 φακέλους. Θρίαμβος!.
Η “υπηρεσία” έγινε viral και έτσι πέρασα απο όλα τα εκλογικά κέντρα και μοίραζα φακέλους. Το “καλό μου όνομα”, έμεινε για τις επόμενες 2-3 εκλογικες αναμετρήσεις.
Σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, οι εκτυπωτές έπαιρναν φωτιά και φυσικά η τσέπη μου φούσκωνε. Ξεφούσκωσε σύντομα, καθώς με την προκαταβολή – δώρο του παππού και τα χρήματα μου, αγόρασα το πρώτο μου μηχανάκι τύπου παπάκι GLX.
Η μεγαλύτερη τοπική εφημερίδα δεν έλειψε ποτέ απο το σπίτι μας. Ο γείτονας μας έκανε τη διανομή για την εφημερίδα και έτσι εξασφάλιζε απο μία εφημερίδα για το κάθε σπίτι κατα την επιστροφή του απο τη δουλειά. Για πολλά χρόνια θυμάμαι, γύριζα απο το σχολείο, σήκωνα την εφημερίδα απο το πατάκι και έμπαινα στο σπίτι.
Διαβάζοντας την εφημερίδα, κάπου έπεσε το μάτι μου σε μια αγγελία που ήθελε προγραμματιστή. Η εταιρία ήταν στη γειτονιά μου και έτσι έβαλα για ακόμα μία φορά τα καλά μου και πήρα το δρόμο για το συγκεκριμένο κατάστημα πληροφορικής.
“Γειά σας, ήρθα για τη δουλειά” είπα στους δύο ιδιοκτήτες του καταστήματος. Αρχικά με πήραν στο χαβαλέ. “Κάτσε, τι ξέρεις να κάνεις; Πόσο καιρό ασχολείσαι; Κάθησε σε αυτόν τον υπολογιστή και γράψε μια ρουτίνα που να κάνει αυτό!”.
Ευγενικά μου εξήγησαν στη συνέχεια πως δεν μπορούσαν να με προσλάβουν γιατί ήμουν μικρός, αλλα κράτησα καλές σχέσεις μαζί τους. Σε μια απο τις επισκέψεις που έκανα συχνά πυκνά στο κατάστημα τους, έπεσε η ιδέα να κατασκευαστεί ενα πρόγραμμα εξομοίωσης ταμειακής μηχανής.
Έφυγα με την ιδέα καρφωμένη στο μυαλό μου, δούλεψα την εφαρμογή και μερικές ημέρες μετά πήγα με το πρόγραμμα στο χέρι. “Αυτό έκανα, δείτε το αν σας κάνει!”. Το πρόγραμμα μπήκε σε όλα τα νυχτερινά κέντρα και καταστήματα μεγάλου επιχειρηματία νυχτερινών κέντρων σε όλη την Ελλάδα.
Άλλο ενα “best seller” και εγώ βρέθηκα στα 16-18 να έχω gold member cards και ελεύθερη είσοδο σε όλα τα club της εποχής.
Τα χρόνια πέρασαν, μέχρι σήμερα έχω κάνει πολλά μικρά και μεγάλα project όπως αυτά που αναφέρω παραπάνω. Συνεργάστηκα με τις περισσότερες εταιρίες πληροφορικής στο νησί. Δούλεψα για αρκετές σε Ρόδο και Αθήνα.
Το 2004 πήρα την οριστική απόφαση πως δεν θέλω να εργαστώ ξανά ως υπάλληλος και έτσι δημιούργησα την δική μου επιχείρηση την οποία διατηρώ μέχρι και σήμερα. Το μυαλό μου φυσικά δεν έπαψε ποτέ να βρίσκεται σε συνεχόμενη αναζήτηση της επόμενης “μεγάλης ιδέας”.
Κάπου ανάμεσα σε αυτές τις ημέρες των χριστουγέννων που έρχονται, πριν απο πολλά χρόνια, επέλεξα τι θέλω να γίνω στη ζωή μου. Οι γονείς μου με βοήθησαν να το κάνω πραγματικότητα και δεν στάθηκαν εμπόδιο σε αυτό. Ήταν ίσως το καλύτερο δώρο χριστουγέννων που μου έκαναν ποτέ και ας μην το ήξεραν τότε!
“Όταν οι άνθρωποι κάνουν τη δουλειά που τους ταιριάζει, η διασκέδαση φυτρώνει από τη δουλειά τους, όπως τα χρωματιστά πέταλα από το καρπερό λουλούδι” ~ Ράσκιν Τζ.
Ενδιαφέρουσα και εμπνέουσα ιστορία.
!!! 1985 Micropolis Κηφισιά, εγώ μπροστά στη βιτρίνα γλυκοκοίταζα τον Amstrad 464 13 χρονών τότε! με το κολλητό στο τροχόσπιτό του “φτιάξαμε” εταιρία με όνομα….LaserSoft!!!! και φυσικά πουλάγαμε κασσέτες και χακάραμε παιχνίδια!!! Η πρώτη μου εφαρμογή σε 6128 διαχείριση υλικών εργολάβου κήπου!!! παράλληλες ζωές? Να σαι καλά που μου θύμισες τις μαγικές αυτές εποχές.